Ὁ Λέων

17 Αὐγούστου – 16 Σεπτεμβρίου

ΟΙΚΟΣ ΥΨΩΜΑ ΤΡΙΓΩΝΟΚΡΑΤΟΡΕΣ ΟΡΙΑ ΔΕΚΑΝΟΙ
    ΗΜΕΡΑΣ ΝΥΚΤΟΣ ΕΠΙΚΟΙΝΟΣ 1. Ηφαιστιων / Αιγυπτιοι – 2. Πτολεμαιος 1ος 2ος 3ος
Ήλιος Ήλιος Δίας Κρόνος Δίας1° – 6° Αφροδίτη7° – 11° Κρόνος12° – 18° Ερμής19° – 24° Άρης25° – 30° Κρόνος Δίας Άρης
    ανεμος: ανατολικος Κρόνος1° – 6° Ερμής7° – 13° Αφροδίτη14° – 19° Δίας20° – 25° Άρης26° – 30°      
ΕΝΑΝΤΙΩΜΑ ΤΑΠΕΙΝΩΜΑ ΛΑΜΠΡΕΣ ΜΟΙΡΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ & ΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΜΕΛΟΘΕΣΙΑ
Κρόνος 1. Ηφαιστιων – 2. Ρητοριος
1°, 4°, 5°, 16°, 20°, 26°, 30°
1°, 4°, 5°, 16°, 20°, 26°, 30°
Ἀρ­σε­νι­κό, πυ­ρῶ­δες, τρο­πι­κό, ἡμε­ρι­νό, ἡγε­μο­νι­κό, χερ­σαῖ­ο, ἄγο­νο, τε­τρά­πο­δο, με­λεο­κο­πού­με­νο, ἀσθε­νό­φθαλ­μο, ἀσελ­γές, ἡμί­φω­νο, ἀμε­τά­τρε­πτο, θυ­μι­κό, πο­λι­τι­κό, δη­μό­σιο, βα­σι­λι­κό Ἡ καρ­δία καὶ τὰ πε­ρὶ αὐ­τῆς, ἡ ὀσφὺς
Μέρος τοῦ Οὐρανοῦ: Θεὸς Δίας
 

Ὁ Λέων, σύμβολον δυνάμεως, ἤδη ἀπὸ ἀρχαιότητος ἐθεωρεῖτο ὁ βασιλεὺς τῶν ζῴων

  Ὁ Λέων, ἐκ τῶν ἐπιφανέστερων ἀστερισμῶν τοῦ Ζῳδιακοῦ, ἐσχηματίσθη ἀπὸ τὸν πρῶτο ἆθλο τοῦ Ἡρακλέους, αὐτὸν τοῦ Λέοντος τῆς Νεμέας. Ἀπὸ τὸ βόρειο ἄκρο τῆς ἀργολικῆς πεδιάδος ὑψοῦνται ὄρη ἐγγὺς τῶν ὁποίων περνάει ἡ ἀρχαία ὁδός τῶν Μυκηνῶν πρὸς Κόρινθο. Τὸ ὑψηλότερο, ποὺ ἔχει ἰδιόμορφο τραπεζοειδὲς σχῆμα, ὀνομάζεται Ἀπέσας και χωρίζει τὰ πεδία τῶν Κλεωνῶν, τῆς Νεμέας καὶ τῆς Βόχας. Ὑπὸ τὸν Ἀπέσαντα, νοτιοδυτικά, ἐκτείνεται ἡ μεγάλη πεδιάδα τῆς Νεμέας ἔχουσα πολλὰ σπήλαια εἰς τὰ περίχωρα – μάλιστα τὸ ὄρος πλησίον τῶν Μυκηνῶν ἀκόμη ἕως τὴν σήμερον καλεῖται Τρητός.

  Ἐκεῖ, ἐντὸς διθύρου σπηλαίου τινός, ἐκατοικοῦσε τέρας φοβερό – ὁ Λέων τῆς Νεμέας. Γέννημα τοῦ Ὄρθρου καὶ τῆς Ἐχίδνης, ὅπως καὶ ἡ Σφίγξ τῶν Θηβῶν, λέγεται πὼς ἀνεθράφη ὑπὸ τῆς θεᾶς Ἥρας, ἡ ὁποία ἔπεμψε τὸν λέοντα ἐς Ἄργος ἀπὸ τὴν ἀνατολικὴ χώρα τῶν Ἀρίμων, πρὸς τιμωρία τῶν ἐκεῖ κατοικούντων ἀπογόνων τοῦ Φορονέως. Συμφώνως ἑτέρας ἐκδοχῆς ἡ Σελήνη φέρεται ὡς τροφός του, ἀλλὰ κατόπιν ἀπέπεμψε τὸν λέοντα ἀπὸ τὰ δώματά της ῥίπτοντας αὐτὸν ἐπὶ τοῦ Ἀπέσαντος. Ὁ λέων ἐρήμωνε τὴν χώρα κατασπαράζοντας τοὺς κατοίκους καὶ τὰ ποίμνιά τους, καὶ ἦταν ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος ὅλων. Εἶχε ἄτρωτη δορὰ ποὺ οὔτε διὰ πυρὸς μήτε διὰ σιδήρου ἦταν δυνατὸν νὰ καταστραφῇ.

Φωτοσυλλογή: Λέων

  Ὁ Εὐρυσθεὺς ἀνέθεσε τῷ Ἡρακλεῖ τὸν φόνο τοῦ λέοντος τῆς Νεμέας καθὼς καὶ τὴν παρουσίαση τῆς δορᾶς του πρὸς ἀπόδειξη τῆς ἐκτελέσεως τοῦ ἄθλου. Ὁ Ἡρακλῆς ἔφθασε πρῶτα εἰς τὴν μικρὰ πόλη τῶν Κλεωνῶν ὅπου ἐφιλοξενήθη ὑπὸ τοῦ Μολόρχου, ἑνὸς πτωχοῦ γεωργοῦ ποὺ εἶχε χάσει τὸν υἱὸ του ἀπὸ τὸν λέοντα. Ὁ Μόλορχος ἠθέλησε νὰ θυσιάσῃ τὸν μοναδικὸ κριό του πρὸς τιμὴν τοῦ φιλοξενουμένου του, ἀλλ’ ὁ ἥρως τοῦ ἐζήτησε νὰ περιμένῃ γιὰ χρόνο τριάκοντα ἡμερῶν. Κι ἐὰν ἐπιστρέψῃ νικητὴς τότε ὁ Μόλορχος ἂς θυσιάσῃ τὸν κριὸ τῷ Ἡρακλεῖ ὡς ἥρωα, εἰδάλλως τῷ Διὶ Σωτῆρι.

  Ὁ γέρων γεωργὸς συνεβούλευσε τὸν Ἡρακλέα γιὰ τὴν μάχη μὲ τὸ θηρίο προτείνοντας τὴν πάλη, ἐφόσον τὸ ξίφος ἢ ἡ λόγχη θὰ ἦταν ἀνώφελα. Ἐπίσης ὅτι τὸ σπήλαιο τοῦ θηρίου ἔχει δύο στόμια πρὸς εὐκολία διαφυγῆς. Κατόπιν αὐτῶν, ὁ Ἡρακλῆς ἐφυγε πρὸς ἀναζήτηση τοῦ λέοντος κι εὐθὺς αὐτὸν συναντήσας ἔρριψε πολλὰ βέλη ἐναντίον του ἀλλὰ ματαίως. Τότε διὰ τοῦ ῥοπάλου τρέπει τὸ θηρίο εἰς φυγὴ καὶ ὑποχώρηση ἐντὸς τοῦ σπηλαίου, ἔχοντας φράξει προτέρως μία τῶν ἐξόδων. Ἀκολουθεῖ δύσκολη κι ἐπικίνδυνη πάλη ἕως ὅτου ὁ ἥρως ἁδράξας τὸν λέοντα μὲ ἰσχυρὴ λαβὴ κατώρθωσε νὰ τὸν πνίξῃ. Ἐξουθενωθεὶς ἀπὸ τὴν πάλη ὁ Ἡρακλῆς ἐκοιμήθη ὕπνο βαθὺ καὶ πολυήμερο.

  Ὅταν ἐξύπνησε ἔφτιαξε κι ἐφόρεσε στέφανο σελίνου ὡσὰν ἐκ τάφου ἐγερθείς, ἀφοῦ κατὰ τὸ πάλαι τοὺς τάφους διεκοσμοῦσαν μὲ σέλινο. Γιὰ τὴν ἐκδορὰ τοῦ λέοντος ἐχρησιμοποιήσε τοὺς ὄνυχες τοῦ ζῴου. Ὁ Μόλορχος ἀνέμενε τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ ἥρωος καὶ καθὼς ἔφθασε ἡ τριακοστὴ ἡμέρα δίχως νὰ φανῇ ὁ Ἡρακλῆς, νομίζοντάς τον τεθνεώτα ὁ γέρων ἐτοιμάσθη γιὰ τὴν συμφωνημένη θυσία. Πρὸ τοῦ τέλους της ὅμως ὁ Ἡρακλῆς καταφθάνει φέρων τὸν λέοντα ἐπὶ τῶν ὤμων του. Τότε ἐθυσίασαν κριὸ τῷ Διὶ Σωτῆρι καὶ ὁ Ἡρακλῆς ἵδρυσε ἐκεῖ ἀγῶνες πρὸς τιμὴν τοῦ Διός, τὰ Νέμεα, ὅπου οἱ νικητὲς ἐλάμβανον στέφανο σελίνου. Ὑπάρχει καὶ ἕτερος μύθος περὶ τῆς ἱδρύσεως τῶν Νεμέων ὡς ἐξιλαστηρίων ἀγώνων γιὰ τὸν θάνατο τοῦ βρέφους Ὀφέλτου, τέκνου τοῦ βασιλέως τῆς Νεμέας Λυκούργου.

  Ὁ Ἡρακλῆς ἐπέστρεψε ἐν Μυκήναις φέροντας τὸ νεκρὸ θηρίο μέχρι τὴν οἰκία τοῦ βασιλέως Εὐρυσθέως. Ἐκεῖνος φοβηθεὶς τὴν θωριὰ τοῦ θηρίου καὶ τὴν ἀνδρεία τοῦ ἥρωος, διέταξε τὸν Ἡρακλῆ νὰ μὴν εἰσέλθῃ ἄλλη φορὰ ἐντὸς τῆς πόλεως ἀλλὰ στὸ ἐξῆς νὰ φέρῃ τὴν λεία του πρὸ τῶν πυλῶν. Ἡ δὲ ἄτρωτη δορὰ τοῦ Λέοντος, ἡ ἐπονομασθείσα “λεοντή”, ἐφορέθη ἐκ τοῦ ἥρωος πρὸς προστασία κατὰ τοὺς μελλοντικούς του ἄθλους. Ὁ θεὸς Ζεὺς εἰς τὸ μνημονευθῆναι τοῦ ἐνδόξου τούτου ἔργου ἔθεσε τὸν Λέοντα μεταξὺ τῶν ἄστρων.

Ἀπέσας, ὄρος τῆς Νεμέας, ὡς Πίνδαρος καὶ Καλλίμαχος ἐν γ′, ἀπὸ Ἀφέσαντος ἥρωος βασιλεύσαντος τῆς χώρας, ἢ διὰ τὴν ἄφεσιν τῶν ἁρμάτων ἢ τοῦ λέοντος· ἐκεῖ γὰρ ἐκ τῆς σελήνης ἀφείθη. Ἀφ οὖ Ζεὺς Ἀπεσάντιος.

Στἐφανος Γραμματικός, Ἐθνικά, 104.13


καὶ ὅρος Ἀπέσας ἐστὶν ὑπὸ τὴν Νεμέαν, ἔνθα Περσέα πρῶτον Διὶ θῦσαι λέγουσιν Ἀπεσαντίῳ.

Παυσανίας, Ἑλλάδος Περιήγησις, β′, 15.3

Το όρος Απέσας (Φουκάς) δεσπόζει στην κοιλάδα της Νεμέας

 

Δειτε επισης



ΔΙΑΤΤΟΝΤΕΣ
(Way Back Machine)